Γνωρίζαμε ήδη πως οι ανθρώπινες δραστηριότητες κάνουν το μέγεθος των ψαριών να μικραίνει, αλλά το γεγονός αυτό θα τα καταστήσει επίσης πιο ευάλωτα στα αρπακτικά και τελικά θα απειλήσει μια διατροφική πηγή κρίσιμης σημασίας για το ανθρώπινο είδος, προειδοποιούν ερευνητές.
Οι επιστήμονες είχαν ήδη παρατηρήσει και μελετήσει πώς η βιομηχανική αλιεία, αφαιρώντας από τη θάλασσα τα μεγαλύτερα ψάρια, και η άνοδος της θερμοκρασίας του κλίματος, μειώνοντας την περιεκτικότητα των ωκεανών σε οξυγόνο, μειώνουν το μέσο μέγεθος των ψαριών.
Όμως οι παγκόσμιες και οι μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτού του φαινομένου παραμένουν παραγνωρισμένες.
Μια ομάδα Αυστραλών και Φινλανδών ερευνητών εξέτασε βάσει μοντέλου ηλεκτρονικού υπολογιστή αυτή τη σταδιακή μείωση μέσα στα 50 επόμενα χρόνια για να επιχειρηθεί να γίνει κατανοητό ποια θα είναι η επίδρασή της στον πληθυσμό πέντε ειδών ψαριών του Ειρηνικού.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα πως, ακόμη κι αν το μέγεθος μειωθεί μόλις κατά 4% σε μέσο όρο, το ποσοστό θνησιμότητας από τα αρπακτικά μπορεί να αυξηθεί ως και 50%. Αυτό θα μείωνε αναλογικά τις ψαριές των αλιέων, προειδοποιούν στην επιθεώρηση “Biology Letters” της βρετανικής Ακαδημίας Επιστημών.
“Ακόμη και μια ελαφρά μείωση του μεγέθους ενός είδους ψαριού μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στη φυσική θνησιμότητά του”, επιμένουν οι ερευνητές.
Για τους ερευνητές, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο άνθρωπος αλλάζει τα θαλάσσια οικοσυστήματα σε όλο τον πλανήτη, άμεσα μέσω της αλιείας και έμμεσα εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
“Οι πρακτικές οι οποίες αγνοούν της αλλαγές που υπάρχουν σήμερα, υπάρχει κίνδυνος να υπερεκτιμήσουν μακροπρόθεσμα τους φυσικούς πόρους και να καταλήξουν στην υπερεκμετάλλευσή τους”, επιμένουν οι επιστήμονες οι οποίοι συνέταξαν τη μελέτη.