Μεγαλύτερες ψαριές και μάλιστα μεγάλων σε μέγεθος ψαριών σημαίνουν ολοένα μικρότερα και λιγότερα ψάρια στις θάλασσες, σύμφωνα με μια νέα βρετανο-γερμανική επιστημονική έρευνα. Η μελέτη για πρώτη φορά αποδεικνύει ότι η σταδιακή μείωση στο μέγεθος των ψαριών αποτελεί «μια εξελικτική απάντηση στην υπερ-αλίευσή τους», η οποία, μέσω επίπτωσης στο DNA, οδηγεί διαχρονικά σε πληθυσμούς μικρότερων ψαριών, που επιπλέον είναι λιγότερο γόνιμα από ό,τι τα μεγαλύτερα.
Οι ερευνητές, σε συνεργασία με επιστήμονες από το γερμανικό Ινστιτούτο Αναπτυξιακής Βιολογίας Μαξ Πλανκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό για θέματα οικολογίας και περιβάλλοντος “Frontiers in Ecology and the Environment”, σύμφωνα με το BBC, προειδοποιούν ότι η αλιευτική πολιτική χρειάζεται αναθεώρηση, καθώς η συχνή αλίευση μεγάλων ψαριών πυροδοτεί μια διαχρονική γενετική μεταβολή στα αποθέματα των ψαριών, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Η αλλαγή αυτή, σύμφωνα με τους επιστήμονες, λαμβάνει χώρα σε διάστημα λίγων μόλις γενεών ψαριών και μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για την παγκόσμια αλιεία στο μέλλον από πλευράς βιωσιμότητας των ειδών, αλλά και της ίδιας της αλιευτικής βιομηχανίας.
Οι ερευνητές έκαναν εργαστηριακά πειράματα με τροπικά ψάρια και διαπίστωσαν τις αλλαγές που συμβαίνουν στο DNA τους, καθώς αυτά γίνονταν σταδιακά μικρότερα σε μέγεθος και πληθυσμό. Όπως είπαν οι επιστήμονες, αυτό που φάνηκε σαφώς στο εργαστήριο, ήδη συμβαίνει σε διάφορα αλιευτικά πεδία σε όλο τον κόσμο.
Ακόμη, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι ο χρόνος που θα χρειαστούν οι σημερινοί πληθυσμοί των ψαριών για να ανακάμψουν από τις γενετικές αλλαγές και να επιστρέψουν στο προηγούμενο μεγαλύτερο μέγεθός τους, θα είναι πέντε έως δέκα φορές περισσότερος από ό,τι πίστευαν ως τώρα οι θαλάσσιοι βιολόγοι – αν όντως είναι εφικτό να αναστραφούν αυτές οι μεταβολές στο DNA εξαιτίας της υπεραλίευσης, γιατί τελικά μπορεί και να μην είναι δυνατό.