Αρκαδία Χαίρε, Κύπρος Χαίρε -Του Παύλου Νεοφύτου

Αρκαδία Χαίρε, Κύπρος Χαίρε -Του Παύλου Νεοφύτου

Θεωρώ αξιομνημόνευτη τη συγκυρία εκείνο το βράδυ στον κινηματογράφο Ρίο στη Λεμεσό, συγκεκριμένα στην προβολή του τελευταίου ντοκιμαντέρ του Φίλιππου Κουτσαφτή, το «Αρκαδία Χαίρε», που επέλεξαν να προβάλουν εκείνη τη Δευτέρα τα μέλη της Κινηματογραφικής Λέσχης Λεμεσού.

Απέναντι, στη μεγάλη οθόνη, απλωμένη η ερήμωση των κοινοτήτων στην περιοχή της Τεγέας Αρκαδίας, σε παραβολή με το πλήθος άδειων καθισμάτων στην αίθουσα του Ρίο. Όλοι οι παρευρισκόμενοι σκεφτήκαμε αναμφίβολα και την κατάντια της δικής μας υπαίθρου. Το παράπονο εκείνης της γιαγιάς πάνω στο γαϊδουράκι, ενώ επέστεφε από το περιβόλι, ότι δηλαδή εάν πάθαινε κάτι σε μια επιστροφή της δεν θα υπήρχε άνθρωπος να την βρει, είναι οικείο για όσους από εμάς διατηρούν επαφή ακόμη με την ύπαιθρο και την βλέπουν να σβήνει σιγά-σιγά εξαιτίας των πολιτικών του κράτους.

Όμως τα περίτεχνα συνδεδεμένα καρέ του Κουτσαφτή, συνοδευόμενα με την ποιητική γλώσσα της αφήγησής και το κορφολόγημα σκόρπιων θραυσμάτων πολιτισμού, ιστορίας και ανθρώπινων αναφορών, μας διηγήθηκαν μια ιστορία – κοινό τόπο για πολλές χώρες, με τρόπο μοναδικό, με αποτέλεσμα τέτοιο όπου συνήθως το μήνυμα παρακάμπτει το νου και χτυπά κατευθείαν στην καρδιά, κάτι που έχει παρατηρήσει και ο Νίτσε, συγκεκριμένα για την τέχνη του χορού, όταν τον σύγκρινε, ως προς την πορεία μετάδοσης ενός μηνύματος, με τη γλώσσα.

Μια κριτική για το ντοκιμαντέρ, σε έντυπο που μας έδωσε η Λέσχη Κινηματογράφου εκείνο το βράδυ, μεταξύ άλλων έλεγε: «Το ντοκιμαντέρ κινείται σε έναν χώρο στον οποίο οι μύθοι μπλέκονται με την πραγματικότητα, μοιάζοντας να ψάχνει όχι την ακριβή, στεγνή ιστορική καταγραφή, αλλά την ουσία της ταυτότητας ενός τόπου αιώνιου, αρχέγονου και επιβλητικού». Αυτά τα δεδομένα μας θυμίζουν τίποτα, σε σχέση με τον τόπο μας; Και συνεχίζει η κριτική: «Με μεγάλο σεβασμό στον χρόνο που περνά, αλλά και διάχυτη τη μελαγχολία και τον πεσιμισμό για το σήμερα, το έργο συνδέει κοινωνίες, θρησκείες, τόπους και ανθρώπους».

Όπως οι ποταμοί της Τεγέας που κατά τον Κουτσαφτή «κυλούν αρχαίους μύθους» και εκβάλλουν στο Ιόνιο, έτσι κι ο τόπος μας, στην εγκαταλελειμμένη ύπαιθρο, κυλά μύθους ανθρώπων που έζησαν και δημιούργησαν για αιώνες σε αυτά τα χώματα. Όμως η έλλειψη κρατικού σχεδιασμού με κίνητρα παραμονής των νέων ανθρώπων  εκεί, έχουν σχεδόν στερέψει αυτούς τους ποταμούς και τους έχουν σχεδόν ολότελα σκεπάσει – όπως συνηθίζουμε στην Κύπρο – με σορούς από μπάζα, για να μετοικήσουν κάποτε στη σφαίρα της λήθης.

Κάποτε σε ένα οδοιπορικό της ΠΡΑΣΙΝΗΣ ΑΣΠΙΔΑΣ στην ύπαιθρο, ένας ηλικιωμένος κοινοτάρχης σε χωριό 23-30 κατοίκων της Πιτσιλιάς, μού εξομολογήθηκε ότι έχει συνεχώς στο αυτοκίνητό αρκετή ποσότητα από φάρμακο για τις νυφίτσες, προκειμένου να το τοποθετεί στις εκατοντάδες παρατημένες αμυγδαλιές που σαν δάσος πρασινίζουν για χρόνια περιμετρικά το χωριό. Δεν τον ενδιαφέρουν οι καρποί, είπε, απλά θέλει να βλέπει ζωντανά και πράσινα τα δέντρα. Όπως όταν ήταν παιδί.

 

 

Share this post